Υπόμνημα προς τον υπουργό Οικονομικών κ. Ε. Τσακαλώτο για την υψηλή φορολόγηση 3.6.2016
Αθήνα 3 Ιουνίου 2016
Προς τον
υπουργό Οικονομικών
κ. Ε. Τσακαλώτο
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Σταθερή θέληση των μελών τού ΣΒΑΠ είναι να συμβάλουμε με κάθε τρόπο στην επαναφορά της χώρας μας σε αναπτυξιακή τροχιά με τελικό στόχο την έξοδο της χώρας από τα "μνημόνια", την φτώχεια και την ανεργία.
Με αυτό το σκεπτικό εξετάζουμε τις πρόσφατες οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις καί τούς παράγοντες πού τις επηρεάζουν με τελική κατάληξη να διατυπώσουμε μια μακροοικονομική πρόταση εμπέδωσης ευνοϊκού επιχειρηματικού κλίματος πού, ευλόγως ελπίζουμε, θα επιφέρει την πολυπόθητη οικονομική ανάπτυξη.
Λαμβανομένου υπ' όψιν ότι:
α) Η πρόσφατη ψήφιση των νομοσχεδίων για φορολογικά καί ασφαλιστικά θέματα - παρά το ότι περιέχουν σημαντικές επιβαρύνσεις καί αρχικά επιτείνουν την ύφεση - καταδεικνύουν την θέληση της κυβέρνησης να ολοκληρώσει την αξιολόγηση καί έτσι να αρθεί η αβεβαιότητα για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, με επιπρόσθετο όφελος την εμφανή πλέον προοπτική για αναδιάρθρωση τού δημόσιου χρέους. Έτσι δημιουργούνται ευνοϊκές προσδοκίες για την ελληνική οικονομία. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων τριετούς καί δεκαετούς διάρκειας τον Μάιο τού 2016 υποχώρησαν στα επίπεδα τού 7,4% από 19% καί πλέον τον Ιούλιο τού 2015.
β) Στο καιρό της παγκοσμιοποιημένης όσο ποτέ άλλοτε οικονομίας, όπου τρισεκατομμύρια δολάρια και ευρώ αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες, η προσέλκυση 50, 100 δισ. ευρώ πού χρειάζεται η οικονομία μας για να ανακτήσει, πιο αργά ή πιο σύντομα, το 26% τού απολεσθέντος ΑΕΠ της από το 2008, είναι απλώς ένα ασήμαντο ποσό. Υπό την προϋπόθεση όμως ότι οι προσδοκίες για την οικονομία μας θα παραμείνουν σταθερά ευνοϊκές καί εί δυνατόν βελτιούμενες.
γ) Η μεταποιητική/βιομηχανική δραστηριότητα για μια χώρα αποτελεί σταθερή αξία προσφέροντας σταθερή εργασία καί επενδύσεις. Ο τουρισμός καί πολλές υπηρεσίες είναι εξαιρετικά ευάλωτες σε δυσμενή γεγονότα ενώ ο πρωτογενής τομέας προσφέρει μικρό μέρος τού ΑΕΠ καί περιοδική εργασία.
δ) Με βάση τις πιο πάνω σκέψεις (της συνεχούς βελτίωσης των προσδοκιών καί ενίσχυσης κατά προτεραιότητα της μεταποιητικής δραστηριότητας αλλά καί των λοιπών επιχειρήσεων) προτείνουμε: H κυβέρνηση να θεσμοθετήσει άμεσα την κατ' έτος μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων καί την μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά το ήμισυ τού ποσοστού αύξησης τού ετήσιου ΑΕΠ, για κάθε μία από τις δύο προαναφερθείσες συνεισφορές, καί μέχρι το ύψος εκείνο πού θα καθιστά την οικονομία μας ανταγωνιστική σε σχέση με τις ανταγωνίστριες χώρες της Ε.Ε. Π.χ. αύξηση τού ΑΕΠ κατά 2% θα επιφέρει μείωση στην φορολογία των επιχειρήσεων κατά 1% καί των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1%. Να καθορισθεί εκ των προτέρων ότι ο στόχος είναι οι φορολογικοί καί ασφαλιστικοί συντελεστές να φθάσουν στα επίπεδα π.χ. τού 20% καί 25% αντίστοιχα.
Δεδομένου ότι η εθνική οικονομία θα έχει πλέον σταθερό καί αμετάκλητο στόχο την ανάπτυξη με όρους ανταγωνιστικούς, είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει ένα κύμα αισιόδοξων προσδοκιών/προοπτικών πού θα ωθήσει τις επενδύσεις καθώς οι επιχειρήσεις, εγχώριες καί ξένες, θα βιάζονται (αν καθυστερήσουν κινδυνεύουν να χάσουν μερίδιο της αγοράς) να εισέλθουν στην νέα εποχή της ανάπτυξής καί των νέων προϊόντων καί υπηρεσιών παραγομένων με νέους ποιοτικούς καί ανταγωνιστικούς όρους. Τα δημόσια έσοδα θα έχουν αύξηση καθώς η αύξηση τού ΑΕΠ π.χ. κατά 2%, πού με τα σημερινά δεδομένα ανέρχεται στο ποσό των 3,7 δισ ευρώ, θα επιφέρει μέσω τού πολλαπλασιαστή τουλάχιστον υπερδιπλάσια, ως προς το ποσό, αύξηση τού ΑΕΠ το επόμενο διάστημα, καί κατ' εύλογην υπόθεση, στα 8 δισ ευρώ πού θα αποφέρουν έμμεσους καί άμεσους φόρους καί ασφαλιστικές εισφορές ύψους τουλάχιστον 4,5 - 5 δισ ευρώ, πλέον των επιδομάτων ανεργίας καί φτώχειας πού δεν θα καταβάλλονται λόγω της μείωσης της ανεργίας, πλέον της εμφάνισης αδήλωτων εισοδημάτων αφού οι χαμηλοί συντελεστές επιβαρύνσεων της οικονομίας καθιστούν άνευ ουσίας την φοροδιαφυγή, πού ενέχει καί στοιχεία επιβίωσης πολιτών καί κάποιων επιχειρήσεων, καί η επερχόμενη ανάπτυξη θα δίνει την ευκαιρία στους εν αδυναμία ευρισκόμενους να εξοφλήσουν τα, σε ύψος ρεκόρ στην Ε.Ε. καί διαρκώς αυξανόμενα, χρέη τους προς το κράτος. Εισερχόμεθα έτσι σε μία περίοδο εντεινόμενης, μέχρι το όριο πριν την υπερθέρμανση της οικονομίας, αύξησης τού ΑΕΠ.
Είναι αποδεδειγμένο, από την οικονομική θεωρία καί πράξη, ότι η μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων της οικονομίας, σε ανταγωνιστικά με άλλες χώρες επίπεδα, επιφέρει ανάπτυξη. Προσδοκούμε λοιπόν ότι με την πιο πάνω πρόταση μας, πού αποκαλούμε "θεσμοθετημένες σταθερές ευνοϊκές προοπτικές", η χώρα μας θα ξαναβρεί τον βηματισμό της στην ανάπτυξη καί την έξοδο από την οδύνη των μνημονίων, της ανεργίας της ύφεσης καί της εξάρτησης από τούς "θεσμούς".
Στην ουσία πρόκειται για μία πρόταση παγιοποίησης καί συνεχούς βελτίωσης της παρούσης ευνοϊκής οικονομικής συγκυρίας διά κατοχύρωσης με νόμο των πλέον βασικών στοιχείων οικονομικής ανάπτυξης.
ε) Θεωρούμε απαραίτητο να τονίσουμε ότι η προσπάθεια για δημοσιονομική πειθαρχία, διαρθρωτικές αλλαγές, πάταξη της διαφθοράς καί της γραφειοκρατίας πρέπει να συνεχισθεί με εντεινόμενο ρυθμό.
Παραμένουμε στη διάθεση σας για τυχόν διευκρινίσεις καί περαιτέρω συνεργασία.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΘΙΟΣ